Η ελληνική αγορά ακινήτων βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς οι πολιτικές και οικονομικές συνθήκες διαμορφώνουν τις βάσεις για τη διαμόρφωση των τιμών και τη ζήτηση μέχρι το 2025. Ο αντίκτυπος του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ» έχει γίνει αντικείμενο εκτενούς ανάλυσης, κατευθύνοντας την προσοχή σε παλιά διαμερίσματα, ενώ παράλληλα, η ζήτηση φαίνεται να είναι σε διαδικασία εξισορρόπησης, με την προσφορά κατοικιών να περιορίζεται.
Η Επίδραση του Προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ»
Το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» αποβλέπει στη στήριξη των νέων και των ζευγαριών ηλικίας 25-50 ετών, προσφέροντας τη δυνατότητα αγοράς πρώτης κατοικίας μέσω επιδοτούμενων δανείων. Σύμφωνα με τα δεδομένα που παρουσιάστηκαν, οι διαμερίσματα της δεκαετίας του ’70 παρουσιάζουν αύξηση στην τζηνή τους απόδοση, καθώς η πλειονότητα των ενδιαφερομένων στρέφεται προς αυτές τις επιλογές λόγω της χαμηλής τους τιμής και της δυνατότητας χρηματοδότησης.
Η τάση αυτή καταδεικνύει επίσης τη στροφή της αγοράς προς τις παλαιότερες κατασκευές, οι οποίες καταλαμβάνουν το 55% των ακινήτων στη χώρα. Η διαρκής πίεση που ασκείται από την αυξανόμενη ζήτηση για κατοικίες εντάσσεται στην ευρύτερη προσπάθεια των νέων να αποκτήσουν στέγη σε ένα περιβάλλον όπου οι τιμές των νεόδμητων ακινήτων παραμένουν υψηλές.
Το πιο διαδεδομένο: Πώς να αποθηκεύσετε πατάτες για έως και έξι μήνες: κόλπα και οφέλη
Αντίκτυποι της Συρρίκνωσης της Προσφοράς
Μέσα σε αυτή τη συγκυρία, οι ειδικοί εκτιμούν ότι η ανταγωνιστικότητα στην αγορά θα αυξηθεί, καθώς παρατηρείται μείωση της προσφοράς κατοικιών. Ενδεικτικά, έρευνες δείχνουν ότι το ποσοστό εκείνων που σκέπτονται να αγοράσουν ακίνητο έχει μειωθεί από 28% σε 22%, ενώ και το ποσοστό των πωλητών έχει μειωθεί. Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει άμεσα τις τιμές, οι οποίες αναμένεται να εξισορροπηθούν, αν και η ζήτηση για συγκεκριμένα ακίνητα θα διαρκέσει.
Στην πραγματικότητα, οι αγοραστές αναζητούν ακίνητα μεταξύ 50.000 και 200.000 ευρώ, με τη μεγαλύτερη πλειοψηφία να προσανατολίζεται προς περιοχές που επιδεικνύουν αξία και προοπτικές ανάπτυξης, όπως το κέντρο της Αθήνας και τα νότια προάστια.
Ο Ρόλος των Επενδυτών και της Ενέργειας
Η αγορά ακινήτων δεν περιορίζεται μόνο στους ενδιαφερόμενους για κατοίκηση. Ο επενδυτικός τομέας διαφαίνεται δυναμικός, με επενδυτές που εστιάζουν σε «πράσινα» ακίνητα, μιας και από το 2028 και μετά όλα τα ενοίκια και οι πωλήσεις θα απαιτούν ενεργειακή αναβάθμιση.
Αυτή η αλλαγή στο ενεργειακό προφίλ των ακινήτων γοητεύει τους επενδυτές, οι οποίοι προτιμούν τα νεότευκτα κτίρια με υψηλές προδιαγραφές, ώστε να ελαχιστοποιούν τον κίνδυνο της ενεργειακής τους αναβάθμισης.
Οι Προκλήσεις και οι Προοπτικές της Αγοράς
Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν. Η απορρόφηση των 25.000 ακινήτων που θα επανενταχθούν στην αγορά μπορεί να εκπροσωπήσει μια νέα αρχή στην αγορά ακινήτων, αλλά και να προκαλέσει αναταραχές στις ισορροπίες της. Ειδικοί προβλέπουν ότι οι τρέχουσες καθυστερήσεις στην πλειστηριαστική διαδικασία θα μπορούσαν να περιπλέξουν τα πράγματα ακόμα περισσότερο.
Η επαναφορά αυτών των ακινήτων στην αγορά αναμένεται να αυξήσει την προσφορά και να επηρεάσει τις τιμές, καθώς αναμένεται ότι το 60% αυτών θα βρίσκεται στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου προσφορά και ζήτηση είναι ήδη σε λεπτή ισορροπία. Η επιτυχία του προγράμματος «Σπίτι μου ΙΙ» θα μπορούσε να ενισχύσει το ως άνω αποτέλεσμα, διαμορφώνοντας ένα θετικό μέλλον για όσους επιθυμούν να αποκτήσουν στέγη.
Η ζητούμενη αλματώδης ανάπτυξη του ελληνικού τομέα ακινήτων, σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στον τομέα της ενέργειας και των κρατικών πολιτικών, δημιουργεί προοπτικές που αξίζει να παρακολουθήσουμε την επόμενη διετία.
Στεγνωτήριο: πώς να αποφύγετε το μόνιμο μπλέξιμο των φύλλων;